
“The fantasy is a reassurance—promise that the peace of Paradise, which was known first within the mother womb, is not to be lost; that it supports the present and stands in the future as well as in the past (is omega as well as alpha); that though omnipotence may seem to be endangered by the threshold passages and life awakenings, protective power is always and ever present within or just behind the unfamiliar features of the world. One has only to know and trust, and the ageless guardians will appear”.
(Joseph Campbell, The Hero With A Thousand Faces)
“There is the moral of all human tales:
‘Tis but the same rehearsal of the past,
First Freedom, and then Glory–when that fails,
Wealth, vice, corruption–barbarism at last.
And History, with all her volumes vast,
Hath but ONE page“
(Lord Byron, Childe Harold’s Pilgrimage)

Υποθέτω πως κάποιοι θα απορήσουν με την επιλογή των Atlantean Kodex για κείμενο στο NDRGRND KMMNDZ και όχι αδίκως, δεν σας έχουμε συνηθίσει-και ούτε θα σας συνηθίσουμε-σε epic (doom) metal κυκλοφορίες: από την άλλη θεωρούμε ότι πάνω από όλα προσπαθήσαμε (και όσο υπήρχαμε σε έντυπη μορφή) και προσπαθούμε να γράφουμε για μουσικές των οποίων η όλη αισθητική ξεχωρίζει (πάνω από όλα και οι 4 KMMNDZ είμαστε οπαδοί της υψηλής/σημαντικής αισθητικής, όπως την αντιλαμβάνεται ο καθένας μας) και αξίζουν να ειπώνονται κάποια λόγια παραπάνω. Κατά τη γνώμη μου λοιπόν, το πενταμελές σχήμα από τη Βαυαρία με το νέο του full-length The Course Of Empire ανήκει στην παραπάνω κατηγορία.
Πριν επεκταθώ στο The Course Of Empire(το οποίο είναι απλά αφορμή για να μιλήσουμε για το σχήμα γενικότερα), ποια είναι πραγματικά τα στοιχεία που έχουν χαρίσει στους Atlantean Kodex το χαρακτηρισμό της σημαντικότερης σύγχρονης επικής μπάντας, για πολλούς;
Φυσικά υπάρχει το μουσικό στοιχείο, αυτός ο εμπλουτισμός του επικού doom metal τους (βασισμένο στους Solstice κυρίως και στις πιο μεγαλειώδεις στιγμές των Candlemass δευτερευόντως) με έντονες Manowar, Bathory αλλά έως και power metal (σε κάποια refrains) επιρροές σε συνήθως μεσαίας έως μεγάλης διάρκειας συνθέσεις,κοινώς μια προσπάθεια αφομοίωσης στοιχείων από σχεδόν κάθε υποιδίωμα του (μη ακραίου) metal που κάποτε «κουβάλησε» το χαρακτηρισμό του επικού.
Όμως η αλήθεια είναι πως o πραγματικός πόλος έλξης των Atlantean Kodex, αυτός που τους ανέβασε κατακόρυφα το status στην σκηνή είναι κυρίως αισθητικός: οι 4 πυλώνες του στιχουργικού σύμπαντος τους είναι 1) ένας μαγικός (όπου μαγεία εδώ πρακτικά κυρίως οι προ-θρησκευτικές λατρείες, συνήθειες και έθιμα των λαών της Ευρώπης από τη νεολιθική εποχή και μετά, 2) ένας ιστορικός (με προτίμηση στους λαούς της δύσης του νεολιθικού κόσμου και τους πρώτους πολιτισμούς καθώς και την αλληλεπίδραση τους, 3) ένας σύγχρονος (με κάποιες συνθέσεις να εμπεριέχουν έμμεσο/συμβολικό σχολιασμό για την τρέχουσα κοινωνικοπολιτική κατάσταση και 4) ένας τρόπον τινά “αρχετυπικός” (λόγου χάρη το Ταξίδι του Ήρωα στο ντεμπούτο και στο νέο album περισσότερο, ή η Λευκή Θεά του Graves έστω ως αναφορά και στα 3 full-lengths). Το δε χαρακτηριστικό είναι πως οι Kodex συμπεριφέρονται στους παραπάνω πυλώνες σαν μια ενοποιημένη πραγματικότητα μέσα στις θεματικές που ρέουν στα albums, μια Μυθιστορία της ηπείρου χωρίς χωροχρονικούς η φυσικούς περιορισμούς(θα τολμούσα να το χαρακτηρίσω έως και eternalist metal, χαριτολογώντας) συνήθως με πεσιμιστική/τραγική προσέγγιση για τη μοίρα όλων των πολιτισμών, αλλά παράλληλα της συνέχισης τους σε άλλα πεδία,φυσικά (μέσω των παραδόσεων κλπ) και μη. Και αυτή είναι μια συνειδητή προσπάθεια διεύρυνσης της αντίληψης των ανθρώπων για την πραγματικότητα γύρω τους σε μια εποχή κυνισμού, σαν ξόρκι μέσω της τέχνης (εδώ μιας και λέμε για ξόρκια, να θυμίσω και το κάπως μαγικά «μοντέρνο» σαν στιχουργική διατύπωση Temple Of Katholic Magick) πάνω από οτιδήποτε άλλο. Όμως αυτή η προσέγγιση, μολονότι συμβαίνει με συνέπεια και ποιοτικό αποτέλεσμα μάλλον ανώτερο από οποιονδήποτε άλλον στο συνάφι μας μέχρι σήμερα, πρέπει να τονιστεί πως έχει τις εμπνευσιακές τις ρίζες σε ένα συγκεκριμένο album από το 1991.

Όπως προείπαμε οι μουσικές αναφορές στους Manowar και τους Solstice (άλλωστε και το όνομα Atlantean Kodex παραπέμπει έμμεσα στο κομμάτι Cimmerian Codex των δεύτερων) υφίστανται, αλλά αφενός σε καίρια σημεία των 2 τελευταίων albums (το κομμάτι Enthroned in Clouds and Fire από το The White Goddess, το Under The Runes-ικό riff του He Who Walks Behind the Years στο νέο album, η χορωδιακή μελωδία του ομώνυμου Έπους The Course of Empire που παραπέμπει συνειρμικά στην αντίστοιχη μελωδία του One Rode To Asa Bay, ο συναισθηματικός ρόλος του επιλόγου Die Welt von Gestern πάλι στο νέο album που παραπέμπει σε αυτόν του Heimfard από το Nordland των Bathory) οι Kodex επικαλούνται αντίστοιχα ανατατικά τεχνάσματα με αυτά του Quorthon και αφετέρου, υπάρχει ο παράγοντας Twilight Of The Gods.
Στο πιο “υποτονικό” ηχητικά (αλλά εντονότατο συναισθηματικά) από τα επικά albums των Bathory, o Quorthon φθονεί την σύγχρονη εποχή που «μάθαμε ότι δεν υπάρχουν θρόνοι πάνω στον ουρανό», χρησιμοποιεί συμβολικό λόγο για εσωτερικές αναζητήσεις (Enter Your Mountain, Bond Of Blood, εν τέλει φτιάχνει δικό του ρούνο στο οπισθόφυλλο του δίσκου προτείνοντας έτσι εμμέσως πως η παράδοση είναι οδηγός για το σήμερα παρά στείρες εθιμοτυπίες και ως εκ τούτου δημιούργησε ένα album του οποίου η (viking) κουλτούρα επιθυμεί να μη γνωρίζει πρακτικά χρονικούς περιορισμούς, να τρέφεται από την ίδια την τραγωδία της ήττας της γιατί τίποτα δεν τελειώνει πραγματικά,να μεταφέρεται σε άλλες σφαίρες ύπαρξης/νόησης και να συνεχίζει να επηρεάζει, εφόσον δεν λησμονιέται. Λοιπόν, αυτό το album και αυτή η θεώρηση που πρωτοδιατυπώθηκε εδώ εκφραστικά είναι συγκεκριμένα κατά τον γράφοντα η καρδιά της τέχνης των Atlantean Kodex, μολονότι είναι πιο ακαδημαϊκοί και πιο διευρυμένοι ως προς τις αναφορές τους σε σχέση με τον Σουηδό metal θρύλο.
Όλα τα προαναφερθέντα χαρακτηριστικά των Atlantean Kodex παρουσιάστηκαν στην πιο πλήρη μέχρι σήμερα μορφή τους με το δεύτερο full-length τους The White Goddess του 2013 και σήμερα, 6 χρόνια μετά με το The Course Of Empire, το σχήμα χτίζει τόσο στιχουργικά όσο και μουσικά από εκεί που σταμάτησε, καταφέρνοντας να φτάσει σαν καλλιτεχνικό απόσταγμα τον προκάτοχο του.
Έχοντας ως αφηγηματικό έναυσμα αφενός το ταξίδι του ήρωα όπως αυτό διατυπώθηκε από τον Campbell (μέσω αυτούσιων και έμμεσων αναφορών) αλλά περισσότερο την σειρά πινάκων του Thomas Cole Η Πορεία της Αυτοκρατορίας, το album αποτελεί στιχουργικά ένα στοχασμό στην κυκλικότητα των πολιτισμών και την αναπόφευκτη(;) εναλλαγή της παρακμής και αναγέννησης τους, καθώς και την πορεία των λαών τους προς το συλλογικό ασυνείδητο.
Στο μουσικό τομέα, η φόρμουλα παραμένει η προαναφερθείσα ίδια, αλλά αφενός κατευθύνονται σε ένα πιο βαρύ, δραματικό και σκοτεινό ήχο (με την χαρακτηριστική αντίθεση των σχεδόν power metal φωνητικών σε κάποια σημεία) και αφετέρου η ίδια η ροή του album (με την εναλλαγή των πρελουδίων και των συνθέσεων, τις συναισθηματικές διακυμάνσεις από κομμάτι σε κομμάτι) είναι κατά πολύ πιο προσεγμένη και δίνει την αίσθηση της ενιαίας αφήγησης που ούτως η άλλως ήθελαν να πετύχουν ανέκαθεν, καλύτερα από τις δύο προηγούμενες δουλειές τους. Σε επίπεδο συνθέσεων δεν υπάρχει αδύναμη στιγμή (υποθέτω πως προσωπικά αξιολογώ πιο κάτω το Lion Of Chaldea, αλλά δεν έχει σημασία), για την ακρίβεια τα People of the Moon (Dawn of Creation) και ο ομώνυμος ύμνος (ακούγεται υποχρεωτικά/ιδανικά μαζί με με το Spell of the Western Sea που το προλογίζει,αλλά και τον επίλογο του album που το διαδέχεται) θέτουν σοβαρή υποψηφιότητα για το καλύτερο κομμάτι που έχουν γράψει ποτέ οι Kodex.
Εν κατακλείδι, το The Course Of Empire είναι σχεδόν Πλατωνικά Ιδεατό επικό metal, ανήκει στο πάνθεον του ιδιώματος σαν δημιούργημα και ο χρόνος θα το τοποθετήσει εκεί που του αρμόζει.
Ως επίλογο, θα ήθελα να τονίσω να μην παραξενεύεστε από το ανατατικό κλείσιμο του album (τις 3 τελευταίες γραμμές των στίχων της ομώνυμης σύνθεσης) σε σχέση με την ουροβορική φύση του concept που έχουν εδώ-αλλά και γενικά-οι Kodex: ενάντια στην οργή του Μαμωνά και στην εποχή των τάφων στη Mare Nostrum, η τέχνη τους θέλει να είναι όπως προείπαμε πάνω από όλα, ένα ξόρκι αφύπνισης.
“Art’s power is immediate and irrefutable, immense. It shifts the consciousness, noticeably, of both the artist and her audience. It can change men’s lives and thence change history, society itself. It can inspire us unto wonders or else horrors. It can offer supple, young, expanding minds new spaces to inhabit or can offer comfort to the dying. It can make you fall in love, or cut some idol’s reputation into ribbons at a glance and leave them maimed before their worshippers, dead to posterity. It conjures Goya devils and Rosetti angels into visible appearance. It is both the bane and most beloved tool of tyrants. It transforms the world which we inhabit, changes how we see the universe, or those about us, or ourselves. What has been claimed of sorcery that art has not already undeniably achieved? “
(Alan Moore, Fossil Angels)